…Τι είναι το τραύμα;

 

*Θα βρείτε στην παρούσα ιστοσελίδα, στους “χρήσιμους συνδέσμους” τα  βίντεο των  Gabor Maté και Bessel van der Kolk να μιλάνε σχετικά με το τραύμα.

Δέχομαι πολλές φορές την ερώτηση τι είναι τραύμα. Δυστυχώς, δεν είναι εύκολο να αναφερθώ σε ένα τόσο περίπλοκο ζήτημα σε βάθος, αλλά θα προσπαθήσω παρότι συνοπτική να είμαι περιεκτική. Όταν μιλάμε για τραύμα στην επιστήμη της ψυχολογίας, αναφερόμαστε στο αποτέλεσμα που έχει στην ανθρώπινη λειτουργία, οποιαδήποτε συγκυρία κλόνισε την υποκειμενική αίσθηση ασφάλειας του ατόμου, σε τέτοιο βαθμό που άφησε “σημάδι” στον οργανισμό που το βίωσε (άλλωστε το τραύμα έχει την έννοια της πληγής και επιπλέον είναι γνωστό πλέον ότι αφήνει νευροφυσιολογικό αποτύπωμα στο άτομο). Το τραύμα δηλαδή, είναι το αποτέλεσμα οποιασδήποτε συγκυρίας ευνόησε το να μην εκφράσουμε τα έντονα συναισθήματα που βιώναμε μία δεδομένη στιγμή, με έναν λειτουργικό και εποικοδομητικό τρόπο, ενώ, ανατ'αυτού, τα καταπιέσαμε/απωθήσαμε ή διαχειριστήκαμε υπό ένα δυσλειτουργικό για εμάς πρότυπο. 
Η ψυχιατρική και οι πρώτοι ψυχοδυναμικοί θεραπευτές έκαναν αναφορά στο τραύμα και τις τραυματικές εμπειρίες από τον 19ο αιώνα. Ωστόσο, αυτό που έφερε την μελέτη του τραύματος εντονότερα στο προσκήνιο, ήταν η παράλληλη εξέλιξη της ψυχιατρικής και ψυχολογίας, με τις συγκυρίες των πολέμων του 20ου αιώνα. Το τραύμα λοιπόν, ή πιο σωστά, οι ατομικές πραγματώσεις/ εκδηλώσεις του τραύματος, παρατηρήθηκαν και μελετήθηκαν ιδιαιτέρως σε βετεράνους του Βιετνάμ, καθώς σε αυτή την περίπτωση ήταν και οι πιο προεξέχουσες. Ωστόσο, είναι αποδεδειγμένο πλέον πολλάκις, ότι δεν χρειάζονται απαραίτητα τόσο καθολικά δυσμενείς ή έντονες συνθήκες για να οδηγήσουν κάποιο άτομο στο να “τραυματιστεί”. 

Το τραύμα χαρακτηρίζεται από τα ακόλουθα στοιχεία:

-Το τραύμα μπορεί να είναι ατομικό ή διαγενεακό / πολιτισμικό / ιστορικό.
-Το τραύμα μπορεί να επέλθει από συγκυρίες που μπορεί να είναι στιγμιαίες (acute trauma) (π.χ. ατύχημα, διάγνωση κ.α.) ή επαναλαμβανόμενες/συνεχόμενες (chronic trauma)(π.χ. φτώχεια, πόλεμος κ.α.) ή εξαιτίας της παρουσίας πολλών αντίξοων συγκυριών ταυτόχρονα που δεν σχετίζονται απαραίτητα μεταξύ τους (π.χ. κακοποίηση και φτώχεια) αλλά σχετίζονται με το άμεσο διαπροσωπικό περιβάλλον -τους κύριους φροντιστές- του ατόμου (complex trauma).
-Το τραύμα, ή η δυσκολία διαχείρισης με εποικοδομητικό τρόπο μίας έντονης συναισθηματικής κατάστασης, επηρεάζει τις ψυχικές μας λειτουργίες και συμπεριφορά, καθώς και τη βιολογία του σώματός μας (π.χ. γαστρεντερικό, ανοσοποιητικό, ενδοκρινικό κ.α.).
-Το τραύμα δεν έχει επιπτώσεις μόνο στο άτομο που το βίωσε, αλλά και στους εγγύς του/της ανθρώπους, καθώς διαταράσσει την λειτουργία μας ως πρόσωπα και τις διαπροσωπικές μας σχέσεις ή την ικανότητά μας για οικειότητα.
-Τέλος, το τραύμα έχει διαφορετικό τρόπο να πραγματώνεται / εκδηλώνεται στον καθένα (π.χ. αλεξιθυμία, αποσύνδεση, σωματοποίηση, ευαισθησία στην απόρριψη, εθισμός κ.α.) καθώς εξαρτάται και από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε ατόμου. Η ίδια συγκυρία δηλαδή θα επηρεάσει με διαφορετικό τρόπο το κάθε άτομο. Για παράδειγμα, ένας υποκείμενος παράγοντας/χαρακτηριστικό που μπορεί να εμπλέκεται στη διαχείριση των αντιξοοτήτων της ζωής, με τέτοιο τρόπο ώστε να αυξήσουν την ευπάθεια του ατόμου στο στρες, είναι οι μηχανισμοί/στρατηγικές που έχει στη διάθεσή του το άτομο για να διαχειριστεί το στρες. Αυτές οι στρατηγικές μπορεί να είναι λειτουργικές ή δυσλειτουργικές, δηλαδή να έχουν ως αποτέλεσμα την διαχείριση ενός στρεσογόνου παράγοντα με επιτυχία ή
όχι.
Φυσικά προκύπτει εύλογα το ερώτημα “πώς ένα μικρό παιδί μπορεί να έχει μάθει να διαχειρίζεται το στρες;”. Και εκεί είναι που συνήθως υπεισέρχεται ο τραυματισμός. Οι πρώιμες εμπειρίες που σχετίζονται με την αντίδραση των κύριων φροντιστών του παιδιού, είναι αυτές που θα οδηγήσουν στην μάθηση ή όχι, λειτουργικών στρατηγικών διαχείρισης του στρες. Έτσι το άτομο που έχει μάθει και υιοθετήσει κατά κύριο λόγο δυσλειτουργικές στρατηγικές αντιμετώπισης του στρες, αυτό το άτομο, μπορεί να είναι πιο ευάλωτο απέναντι σε μελλοντικό στρες. Παρότι, οι συνδέσεις μεταξύ των παραγόντων φαντάζουν γραμμικές, το τι θα αποτελέσει τελικά τραυματική εμπειρία, είναι πιο περίπλοκο, καθώς είναι ένας συνδυασμός όπως αναφέρθηκε όχι μόνο της ίδιας της κατάστασης αλλά και των προσωπικών παραγόντων/χαρακτηριστικών του ατόμου, τα οποία είναι σε αλληλεπίδραση και με το πρώιμο διαπροσωπικό περιβάλλον του. Αν και πλειοψηφικά οι συγκυρίες σχετίζονται με έντονο στρες ή φόβο εξαιτίας της έλλειψης ασφάλειας που βίωσε το άτομο μέσα σε αυτές, το τι πυροδότησε αυτή την ανασφάλεια, φόβο ή στρες, μπορεί να είναι οτιδήποτε.... Θα δώσω ακολούθως ένα όχι και τόσο κοινότοπο παράδειγμα, με την ελπίδα να καταδείξω κάπως την περιπλοκότητα του σχηματισμού του τραύματος, σε ατομικό καθημερινό επίπεδο. Συγκεκριμένα του τραύματος σε ατομικό επίπεδο που προέρχεται από τις πρώιμες εμπειρίες του ατόμου (complex trauma). Για παραδειγμα, ένα βρέφος/νήπιο/παιδί του οποίου ο κύριος φροντιστής πάσχει από κατάθλιψη, ίσως όταν εκδήλωσε χαρά/ενθουσιασμό, να αντιμετωπίστηκε με εχθρότητα, επιθετικότητα ή απαθεία. Επαφή την επαφή με τον εν λόγω γονέα, σταδιακά το παιδί αυτό, έμαθε ότι αυτό το συναίσθημα δεν είναι αποδεκτό και προκειμένου να μην διαταράσσει την σχέση του με τον γονέα / φροντιστή και να προστατεύσει τον εαυτό του από το στρες που σχετίζεται με τις αντιδράσεις του γονέα, έμαθε να καταπιέζει την χαρά / ενθουσιασμό του -και όπως ίσως κάποιοι γνωρίζουν βιωματικά, η καταπίεση στρεσάρει περαιτέρω. Έτσι, επειδή το εν λόγω παιδί δεν έμαθε ποτέ πώς να εκφράζει τη χαρά του χωρίς φόβο ή στρες για τις απροβλεπτες αντιδράσεις του γονέα, το παιδί αυτό μπορεί να έμαθε να καταπιέζει τα συναισθήματα χαράς (ή οποιοδήποτε άλλο) σε τέτοιο βαθμό, που η χαρά πλέον να του δημιουργεί πόνο ή στρες ή να μην την αναγνωρίζει συνειδητά (π.χ. απώθηση). Είναι πιθανόν λοιπόν, αυτό το παιδί ως ενήλικας, μπροστά σε χαρούμενες συγκυρίες να “παγώνει”, να θυμώνει ή γενικότερα να μην έχει την αναμενόμενη αντίδραση. Ωστόσο, το άνωθεν παράδειγμα, δεν υποννοεί ότι κάθε παιδί που είχε καταθλιπτικό γονέα έχει τραυματιστεί (αν και οι πιθανότητες είναι μεγάλες), καθώς οι αντιδράσεις του καταθλιπτικού γονέα είναι σε αλληλεπίδραση με τα εγγενή χαρακτηριστικά του παιδιού (π.χ. ένταση συναισθημάτων, αντιληπτική ικανότητα, βιολογική επιρρέπεια στο στρες κ.α.) και αν μη τι άλλο, στο άμεσο διαπροσωπικό περιβάλλον του εν λόγω παιδιού, μπορεί να συνέτρεχαν παράλληλα και άλλοι παράγοντες οι οποίοι να το βοήθησαν να διαχειριστεί το επαγόμενο στρες εποικδομητικά (π.χ. ο δεύτερος φροντιστής να ήταν αποδεκτικός και ενθαρρυντικός στην έκφραση των συναισθημάτων, το παιδί να έλαβε έγκαιρα επαγγελματική ψυχολογική υποστήριξη κ.α.). Αυτό που θέλω να καταδείξω λοιπόν με το άνωθεν παράδειγμα, είναι ότι για τα τραύματα της παιδικής ηλικίας (complex trauma), η αφορμή, μπορεί να είναι οποιοδήποτε, αλλά είναι η αντίδραση σε αυτή την αφορμή, από το άμεσο διαπροσωπικό περιβάλλον του παιδιού, που θα επάγει την ασφάλεια ή ανασφάλεια στο παιδί να είναι ο εαυτός του και να εκφράζει τις σκέψεις και συναισθήματα του. Ένας άλλος τρόπος λοιπόν για να γίνει κατανοητό το τραύμα, είναι να το αντιληφθούμε ως το αποτέλεσμα της συγκυρίας (ή συγκυριών), που είχε μία επώδυνη επίπτωση για τον ψυχισμό του ατόμου. Το τραύμα δηλαδή, δεν είναι το γεγονός καθαυτό, αλλά το πώς αποκρίθηκε ο κάθε οργανισμός σε αυτό, και το πώς αποκρίθηκε, είναι αποτέλεσμα ενός πλέγματος παραγόντων. Οτιδήποτε λοιπόν διατάραξε την υποκειμενική αντίληψη ασφάλειας και εμπιστοσύνης από το περιβάλλον σου, μπορεί να σε οδήγησε στο να βιώσεις μία τραυματική εμπειρία/ες. Δηλαδή, ό,τι μπορεί να σε οδήγησε σε συναισθήματα ταραχής, απόγνωσης, να νιώθεις συντετριμένος/η, αδυναμία να το διαχειριστείς ή η ανασφάλεια και έλλειψη στήριξης που ένιωσες από το περιβάλλον όταν χρειάστηκε να διαχειριστείς τα συναισθήματά σου, μπορεί να σε έχει τραυματίσει. Και η τραυματική εμπειρία/ες γνωρίζουμε πλέον με ακρίβεια ότι μπορεί να αφήσει ανεξίτηλο αποτύπωμα στην ατομική μας υπόσταση και να επηρεάσει όλες τις πτυχές της ζωής μας (ταυτότητα, σπουδές, επιλογή επαγγέλματος, φιλίες, ερωτικές και διαπροσωπικές σχέσεις, ρύθμιση συναισθήματος, συμπεριφορά κ.α.). Τέλος, είναι σημαντικό να γίνει κατανοητό, ότι παρότι το τραύμα είναι το αποτέλεσμα των αντιξοοτήτων που συνάντησε το άτομο, το τραύμα που φέρεις, δεν σε κάνει απαραίτητα “καλύτερο” άνθρωπο, καθώς μπορεί να σε οδηγήσει στο να συμπεριφέρεσαι με θυμό ή επιθετικότητα, συναισθηματική απορρύθμιση, εθισμό σε ουσίες, αδυναμία οικειότητας και σύναψης δαπροσωπικών σχέσεων κ.α. Αυτό που μπορεί να σε κάνει “καλύτερο” άνθρωπο, είναι το να αναγνωρίσεις ποιες αντιδράσεις σου (γνωστικές, συναισθηματικές, συμπεριφορικές) είναι αποτέλεσμα του τραύματος και να σου δωθεί η ευκαιρία να τις επαναπροσδιορίσεις, προσπεράσεις ή διαχειριστείς με έναν λειτουργικότερο και εποικοδομητικότερο τρόπο, τόσο για εσένα όσο για τη πλεοψηφία των συνανναστροφών σου. Σε κάθε περίπτωση, συζήτησέ το... Άλλωστε φαίνεται πως όλοι κουβαλάμε ένα τραύμα, -η ίδια η γέννηση είναι μία τραυματική εμπειρία-, το τι θα κάνουμε με αυτό το τραύμα και πώς θα το διαχειριστούμε είναι αυτό που μας διαφοροποιεί τελικά.