Πολλές φορές δέχομαι την ερώτηση ποιος είναι ο ρόλος της/του ψυχολόγου…..
Η ερώτηση αυτή μπορεί να έχει τόσες απαντήσεις όσες και οι θεωρητικές προσεγγίσεις/σχολές της ψυχολογίας που υπάρχουν. Κάθε θεωρητική προσέγγιση/σχολή δίνει διαφορετική έμφαση σε κάποια συγκεκριμένη πτυχή των ψυχολογικών λειτουργιών και επιπλέον διαφοροποιείται ώς προς την στάση του θεραπευτή εντός της διαδικασίας, την χρονική οπτική (παρελθόν-παρόν) και ως προς την εστίαση στο πρόσωπο ως άτομο ή ως μέλος ενός συστήματος (οικογενειακό, κοινωνικό).
Έτσι, για παράδειγμα για κάποια/ον ψυχολόγο, μπορεί ο ρόλος της/του να είναι η ανακάλυψη των καταπιεσμένων και ασυνείδητων ενστίκτων ή συμπλεγμάτων κ.ο.κ., για κάποια άλλη/ο Ψυχολόγο μπορεί να είναι η τροποίηση της συμπεριφοράς, ή η αυτο-πραγμάτωση, ή η εύρεση νοήματος κ.ο.κ.
Αυτό που εγώ απαντώ βλέποντάς το διαχρονικά, είναι ότι οι ανθρώπινες κοινωνίες απέδιδαν πάντα σε κάποια προσωπικότητα τον ρόλο του να ακούει τα μέλη της εκάστοτε ομάδας (φυλής, κοινότητας, χωριού) και είτε λέγονταν σαμάνος, σοφός, ιερέας, μαμμή, δάσκαλος ή γιατρός, είχε τον ρόλο του να ανανακουφίσει το άτομο ακούγοντας τη δυσκολία/αναστάτωση/πρόβλημα με μέριμνα και πρακτικές συμβουλές.
Ωστόσο, ο ρόλος της/του ψυχολόγου έχει ποιοτικές διαφορές από τις προηγούμενες πολιτισμικές πρακτικές, παρότι έρχεται επίσης να καλύψει την ανάγκη του ατόμου για μοίρασμα, κατανόηση, συμβουλή, και ανακούφιση.
Η σημαντικότερη ποιοτική διαφορά από τους προηγούμενους πολιτισμικά αποδεκτούς ρόλους -εκτός από τη συστηματική μελέτη της επιστημης της ψυχολογίας– είναι ότι η/ο ψυχολόγος “στέκεται” διαφορετικά εντός της διαδικασίας.
Η διαδικασία και η στάση του/της ψυχολόγου επίσης επηρεάζεται εν μέρει από την προεξέχουσα θεωρητική κατεύθυνση που η/ο ψυχολόγος ακολουθεί. Παρότι από τους σύγχρονους Ψυχοθεραπεύτριες/τές θεωρώ πώς σπάνια κάποια/ος ενστερνιζεται απόλυτα μία θεωρητική προσέγγιση, κάποιοι έχουν εκπαιδευτεί σε μία συγκεκριμένη πρακτική άσκηση της Ψυχολογίας, σε ένα συγκεκριμένο μοντέλο/μεθοδολογία δηλαδή. Για αυτό μπορεί ο/η συμβουλευόμενος/η που έχει αλλάξει κάποιους επαγγελματίες Ψυχικής Υγείας να έχει παρατηρήσει μία διαφορά στην στάση που διατηρούν εντός της διαδικασίας.
Θα μπορούσα λοιπόν να απαριθμήσω βάσει βιβλιογραφικής ανασκόπησης τις διαφορές μεταξύ των διαφορετικών προσεγγίσεων και μεθόδων.
Ανταυτού, θεωρώ χρησιμότερο να περιγράψω με βάση τις γνώσεις μου και την πρακτική μου εμπειρία από την ψυχοθεραπευτική μου διαδικασία ως θεραπευόμενη και αναλυόμενη ποιο είδος ψυχολόγου θεωρώ καταλληλότερο στον ρόλο του….
Γενικεύοντάς το λοιπόν, θα έλεγα ότι υπάρχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ των ψυχολόγων που περιγράφουν τον ρόλο τους.
-Για εμένα λοιπόν η/ο ικανοποιητική/ος Ψυχολόγος έχει βαθεία γνώση των σχετικών ψυχολογικών θεωριών και τεχνικών, αλλά ο καλός ψυχολόγος έχει την προσαρμοστικότητα να τις χρησιμοποιεί ως οδηγό και όχι ως κανόνα.
-Η/ο Ψυχολόγος που επιτελεί τον ρόλο της/του εποικοδομητικά έχει καταρχήν μία στάση αποδοχής, ενσυναισθηματικής κατανόησης και το διεπιστημονικό υπόβαθρο να προσεγγίσει την πολυπλοκότητα που αποτελεί τον άνθρωπο πολύπλευρα.
–Παρέχει τις συνθήκες ώστε το πρόσωπο που έχει απεναντί του, να νιώσει την άνεση, εμπιστοσύνη και ασφάλεια να εξωτερικεύσει ό,τι επιθυμεί να μοιραστεί από την προσωπική του ζωή.
-η/ο Ψυχολόγος μεριμνά για να δημιουργήσει με τον/την συμβουλευόμενο/η μία υγιή, επικοινωνιακά εποικοδομητική και -σε πολλές περιπτώσεις- μία επανορθωτική σχέση με έναν άλλο άνθρωπο. Εντός των επαγγελματικών ορίων φυσικά.
-Ο ρόλος του/της Ψυχολόγου είναι να ακούσει με προσήλωση και να κατανοήσει, να αναγνωρίσει τα συναισθήματα που εκκινούνται, και κυρίως να επιτρέψει στο άτομο να διερευνήσει και να ανακαλύψει αυτό που θα τον βοηθήσει να έχει μία λειτουργικότερη διαβίωση.
-Η/ο καλή/ός στον ρόλο της/του Ψυχολόγος παρέχει τις συνθήκες προκειμένου να επιτρέψει στο άτομο να ανακουφιστεί από τις δυσκολίες/αναστάτωση/πρόβλημα που βιώνει και επιπλέον-αν το άτομο το επιθυμεί- να εξελίξει το δυναμικό του με τέτοιο τρόπο ώστε να βιώνει την ζωή του όσο πιο κοντά μπορεί στον αυθεντικό εαυτό του.
-Τέλος, αλλά σημαντικότερο όλων, ο ρόλος της/του Ψυχολόγου δεν είναι εκεί για να σε κρίνει, αλλά για να κατανοήσει, για αυτό κάθε ψυχολόγος δεν -ή τουλαχιστον μεριμνεί ώστε να μην- επιτρέπει στις προσωπικές του αντιλήψεις, πολιτισμικό ή θρησκευτικό υπόβαθρο, φύλο και προτιμήσεις να παρέμβουν στη διαδικασία (στον βαθμό που δεν τίθεται ζήτημα δεοντολογίας βέβαια).
Η ίδια έχω κάνει ψυχοανάπτυξη με 4 διαφορετικές προσεγγίσεις. Ωστόσο, αυτό που έκανε πάντα τη διαφορά σε εμένα ήταν η στάση της/του Ψυχολόγου εντός της διαδικασίας. Άλλωστε αυτό υποδεικνύουν και οι σχετικές έρευνες: Το να μπορέσει το άτομο να δημιουργήσει μία συνεργατική σχέση με την/τον Ψυχολόγο της/του το λεγόμενο rapport, δηλαδή μια σχέση αμοιβαίας συμπάθειας και εναρμονισμενης συνύπαρξης, είναι κομβικότερο από την θεωρητική μέθοδο καθαυτή. Για αυτό μεριμνώ και αυτό με παρωθεί, αλλά σε μία σχέση είναι πάντα τουλάχιστον δύο, όποτε ξέρω εκ των προτέρων ότι με κάποι@ αυτό δεν θα επιτευχθεί και αυτό είναι καθόλα εντάξει, ανθρώπινο και αποδεκτό.
Εγώ από την εκπαίδευσή μου στην Συμβουλευτική προσέγγιση, υιοθετώ ως στάση εντός της διαδικασίας αυτήν της προσήλωσης, ενεργητικής ακρόασης, αποδοχής, ενσυναισθηματικής κατανόησης, ειλικρινής περιέργειας και αυθεντικότητας.
Σε κάποι@ ταιριάζει σε κάποι@ όχι.
Αν κρίνω πως κάποια άλλη προσέγγιση θα ταίριαζε καλύτερα σε κάποιον/α/ο, δεν έχω ενδοιασμό να παραπέμψω το άτομο σε κάποια άλλη ειδικό. Άλλωστε μεριμνά μου είναι το άτομο να βοηθηθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, ακόμη και αν δεν είμαι εγώ ένας από αυτούς.
Για να το συνοψίσω λοιπόν, πιστεύω πώς ο ρόλος μου ως ψυχολόγος μέσα σε μία ψυθεραπευτική σχέση είναι να δώσω τον χώρο και τον χρόνο στο άτομο να εκφραστεί, να κατανοηθεί, να νιώσει αποδοχή και ανθρώπινη σύνδεση, να βρει τα “εργαλεία” να αναπτύξει το δυναμικό του, να τροποποιήσει και να εξελίξει τις συμπεριφορες, σκέψεις και συναισθήματα που το εμποδίζουν από μία λειτουργική διαβίωση, και γενικότερα να ανακουφιστεί, να ενδυναμωθεί και να επιλύσει τις επιδράσεις των τραυμάτων και συγκρούσεων που φέρει και βιώνει, να αποκτήσει ανθεκτικότητα και διαλλακτική στάση και να μάθει να συνυπάρχει σε αρμονία με τον εαυτό του και τους άλλους, ως μέλος μίας κοινωνίας ούσα/όντας ωστόσο μοναδική/ός και ξεχωριστή/ός ως άτομο και ως προσωπικότητα.